- φιλειρηνικότητα
- η, Νη αγάπη για την ειρήνη, ειρηνοφιλία.[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλειρηνικός. Η λ., στον λόγιο τ. φιλειρηνικότης, μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
φιλειρηνικότητα — η η αγάπη για την ειρήνη, η ειρηνοφιλία: H πολιτική του διέπεται από φιλειρηνικότητα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)